Δεκαετία του 1950 Αρχείο Ηλία Κοτσόβολου
«Να πας να μου βρεις τη φωτογραφία που είναι η μάνα μου και ο πατέρας μου… Θέλω να την περάσω στο κομπιούτερ..» Η επιθυμία του Μπαρμπαλιά είναι γι αυτόν απλή… Για μένα που θα ψάξω είναι μια πολύωρη διαδικασία και ίσως χωρίς αποτέλεσμα..Γιατί απλά οι φωτογραφίες του Μπαρμπαλιά δεν είναι ένα άλμπουμ ή μια κορνίζα… Είναι παντού… ‘Απειρες… Μικρά και μεγάλα πολύχρωμα και ασπρόμαυρα χαρτονάκια με εικόνες και βρίσκονται οπουδήποτε …Στα πάμπολλα λευκώματα, σε συρτάρια, μέσα σε βιβλία σε σακουλάκια, σε ντουλάπια, σε κορνίζες. Στο σπίτι του εδώ και στο σπίτι του στην Αθήνα. Ο Μπαρμπαλιάς δεν είναι ένας τυχαίος άνθρωπος μα ο πατέρας μου, αλλά σχεδόν όλοι τον φωνάζουν έτσι, ακόμα και τα εγγόνια του καμιά φορά. Είναι μια εξαιρετικά έντονη φυσιογνωμία που θα αφήσει εποχή… Και θα την έχει απαθανατίσει ο ίδιος.
Οι αμέτρητες φωτογραφίες που πιο πάνω ανέφερα είναι κατά το πλείστον δικές του. Η φωτογραφία ήταν η μεγάλη του αγάπη από μικρός. Και παλιά την είχε κάνει και επάγγελμα. Σαν ασχολία δεν την άφησε ποτέ. Ακόμα θυμάμαι τις κυριακάτικες επιδρομές στο Γιουσουρούμ και στο Μοναστηράκι και στα παζάρια να σταματάει σε κάθε πάγκο που πουλούσαν φωτογραφικά είδη, να ζητά εναγωνιωδώς «φακό ζουμ» . Έτσι καταλήξαμε στο σπίτι να υπάρχουν πάνω από δεκαπέντε χειροκίνητες μηχανές, αυτές με τα φωτόμετρα και τα διαμετρήματα και εγώ δεν ξέρω τι άλλο, θήκες, φακούς ζουμ, ευρυγώνιους και τρίποδα φωτογράφων και μηχανές προβολής σλάιντ, και φίλμ σλάιντ και φίλμ φωτογραφιών… και ..και..
Όσο για τις φωτογραφίες… το ξανάπα αμέτρητες, παντού ασπρόμαυρες και έγχρωμες, σε κάποιες είχε την προνοητικότητα να γράψει πίσω στοιχεία, σε άλλες (τις πολύ περισσότερες) προσπαθούμε με συνειρμούς να προσδιορίσουμε τόπο και χρονολογία. Δεν είναι τυχαίο. Ο πατέρας μου δεν είναι τυχαίος, είναι ένας αναζητητής, αγαπά το καινούργιο θέλει να το ζήσει και να το διαφυλάξει και σαν ανάμνηση. Γεννημένος το 1934, Δεκεμβρίου 21, γιος του Δημητρίου Κοτσόβολου και της Γιωργίτσας , στη Μεγάλη Μαντίνεια της Μεσσηνιακής Μάνης. Ορφάνεψε από πατέρα πολύ μικρός και μεγάλωσε με τη μητέρα του και την θεία Αθηνά (γι αυτήν θα έρθει ο καιρός που θα μιλήσω). Παιδί της κατοχής, της φτώχειας και των ασθενειών, θέριζε η φυματίωση και το καλαζάρι και πέθαινε ο κόσμος.. Έτσι πέθαναν τα δύο μεγαλύτερα αδέλφια του, ο Χρήστος και ο Παναγιώτης σε ηλικίες μόλις 12 και 6 ετών. Πήγε στο Γυμνάσιο στην Καλαμάτα και χωρίς να είναι ιδιαίτερα καλός μαθητής έτυχε της μεγάλης εκτίμησης του καθηγητή των Θρησκευτικών γιατί ήταν ο μόνος που ήξερε ένα απολυτίκιο και μάλιστα το έψαλε. Ιδιαίτερα πιστός και θρησκευόμενος από τότε, γι αυτό και η θεματογραφία του στη φωτογραφία είναι συχνά εκκλησίες, μονές και κληρικοί. Μα το σχολείο δεν το τελείωσε, αφού στη Δευτέρα Γυμνασίου αρρώστησε και η θεια-Γιωργίτσα η μάνα του τον σταμάτησε μη χάσει και αυτόν.
Γκαρσόνι στο Πέραμα
Αργότερα έφυγε για την Αθήνα όπου δούλεψε εδώ και εκεί και έζησε για κάποια χρόνια για να ξαναγυρίσει και να κάνει οικογένεια. Στα 1957 παντρεύτηκε την μητέρα μου Σταυρούλα και απέκτησαν εμάς τις τρεις αδελφές Γεωργία, Ευφροσύνη (Σούλα) και την αφεντιά μου, και οι δύο μαζί πάλεψαν να μας μεγαλώσουν. Τους θυμάμαι πάντα να δουλεύουν σκληρά, να στερούνται τα πάντα να χτίσουν το σπίτι, να πάμε σχολείο, να μάθουμε ξένη γλώσσα, να σπουδάσουμε, προπαντός αυτό. Σ ένα τόπο που οι γονείς προσπαθούσαν να κρατήσουν τα κορίτσια μακριά από τα αγόρια και με την πρώτη καλή ευκαιρία να τα παντρέψουν, ο δικός μου ο πατέρας αγωνιζόταν στο σύλλογο γονέων για την καθιέρωση των μεικτών σχολείων. Και ήθελε να σπουδάσουμε πρώτα και μετά όλα τ΄άλλα. Και πάντα ήθελε να πηγαίνει μπροστά. Πρώτα φύγαμε για την Παλιόχωρα μετά στην Καλαμάτα να πάμε στο σχολείο. Αλλά δεν ήταν μόνο αυτό, ήταν η σπίθα που είχε μέσα του και την έχει ακόμα. Τον γοητεύει το καινούργιο το πρωτοποριακό, θέλει να δει και να τα δοκιμάσει όλα. Ισως γι αυτό αγρότης ακόμα κατέγραψε με το φακό του μια ολόκληρη εποχή, πρόσωπα, γεγονότα, τοποθεσίες… Τρελαίνομαι να βλέπω τις φωτογραφίες εκείνης της εποχής, τις ασπρόμαυρες, με ανθρώπους που τώρα κάποιοι έχουν φύγει. Μια ιστορία έχει καταγραφεί οπτικά. Και ο Μπαρμπαλιάς έχοντας μέσα του τόσο το μικρόβιο της αναζήτησης, όσο την έμφυτη κοινωνικότητα του, αποτύπωσε και σημαντικές ιστορικές στιγμές , όπως τον βουλευτή Ψαρρέα κατά την υδροδότηση για πρώτη φορά της περιοχής, την περιοδεία του Παύλου και της Φρειδερίκης στην Μάνη, τον υπέροχο εκείνο γιατρό Βενετσάνο Σαράβα πάνω στο άλογο του… Στην Καλαμάτα εργάστηκε ως εργάτης σε διάφορες εργασίες κυρίως στο Levis το πρώτο στην Ελλάδα, άλλοτε πότε στη ΔΕΗ στη Μεγαλόπολη, αργότερα όμως ασχολήθηκε με τα λαχεία μέχρι που συνταξιοδοτήθηκε
Μαζί με την μητέρα μου γύρισαν όλη την Ελλάδα, αγαπούσαν και οι δύο τις εκδρομές και φυσικά οι φωτογραφίες πάντα παρούσες, τοπία, μουσεία, μνημεία, μοναστήρια… Αυτή του η ανάγκη να πηγαίνει μπροστά, να παρακολουθεί την τεχνολογία, να μαθαίνει είναι ακατανίκητη. Πρώτος απ΄ όλους αγόρασε βίντεο στο χωριό (όπου επέστρεψαν όταν εμείς φύγαμε στην Αθήνα) και μάλιστα συνέβη και ένα γλαφυρό περιστατικό. Νοίκιασε μια βιντεοκασέτα με βουκολικό θέμα, βοσκοπούλες και αρνάκια, και με την μητέρα μου κάλεσαν τον ιερέα του χωριού και τρεις χήρες να τη δουν. Όμως το βουκολικό δράμα αποδείχτηκε σκληρό πορνό, φέρνοντας σε αμηχανία όλους, δεν το χε βέβαια επιδιώξει....Ακάθεκτος αυτός, σε ό,τι καινούργιο να το ζήσει. Ακόμα θυμάμαι τη χαρά του με την πρώτη του ψηφιακή φωτογραφική μηχανή. Και τώρα με το λάπτοπ και το Ιντερνετ, ταξιδεύει πάλι και επικοινωνεί όπως αυτός ξέρει και του αρέσει..
Ετσι σε θέλω Μπαρμπαλιά. Να ψάχνεσαι, να προχωράς να βρίσκεις διεξόδους, και κάποια στιγμή οι φωτογραφίες σου θα ταξινομηθούν τοπικά και χρονικά και τότε .. Να δεις θα αποκωδικοποιηθεί η ιστορία της γενιάς σου, και οι ανεπιστρεπτί χαμένες εποχές θα αναβιώσουν.. και ίσως ..ίσως ακόμα ξαναβρούμε μέσα από το έργο σου τη χαμένη μας ταυτότητα. Σ’ αγαπάω…
2 Νοεμβρίου 2013
ΑΘΗΝΑ ΚΟΤΣΟΒΟΛΟΥ
Το βιογραφικό μαζί με τις φωτογραφίες είναι από